Περιβαλλοντικό έγκλημα και ξέπλυμα χρήματος: ένας ιδιόμορφος εχθρός

Σε μία χρονική περίοδο που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται αισθητές ανά τον κόσμο, ένας νέος εχθρός μπαίνει στο μικροσκόπιο: το περιβαλλοντικό έγκλημα και η σχέση του με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Το περιβαλλοντικό έγκλημα, το οποίο περιλαμβάνει από την παράνομη εξόρυξη, υλοτομία και αλιεία μέχρι την παράνομη διακίνηση επικίνδυνων αποβλήτων, έχει γιγαντωθεί τόσο, που αποφέρει κέρδη, σύμφωνα με μελέτη της Διεθνούς Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF), μεταξύ 110 και 280 δισ. δολαρίων ετησίως. Οι δράστες -φυσικά και νομικά πρόσωπα- στηρίζονται στον χρηματοπιστωτικό, αλλά και στον μη χρηματοπιστωτικό τομέα για να νομιμοποιήσουν τα παράνομα έσοδά τους.
Το περιβαλλοντικό έγκλημα μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμες συνέπειες στο περιβάλλον, στη δημόσια υγεία, στην ασφάλεια και στην οικονομία. Για αυτόν τον λόγο, ήδη από το 2020, μετά την ανάληψη της Προεδρίας της FATF από τον Markus Pleyer, ο διεθνής οργανισμός έθεσε στις κεντρικές του προτεραιότητες αυτή τη μορφή εγκλήματος.
Ο διεθνής διάλογος έχει ξεκινήσει, εντοπίζοντας και χαρτογραφώντας το πρόβλημα και τους κινδύνους. Το επόμενο βήμα είναι να διαμορφωθούν σε υπερεθνικό επίπεδο τα εν λόγω πρότυπα για τον εντοπισμό των σχετικών κινδύνων και την αντιμετώπιση αυτών. Και, στη συνέχεια, σε εθνικό επίπεδο να εφαρμοστούν τα διεθνή πρότυπα και να διαμορφωθούν εργαλεία αντιμετώπισης του περιβαλλοντικού εγκλήματος.

Για την Ελλάδα η προστασία του περιβάλλοντος συνιστά κορυφαία προτεραιότητα, στο πλαίσιο της οποίας εντάσσεται και η ανάγκη αντιμετώπισης του περιβαλλοντικού εγκλήματος

Η Ελλάδα, από την πλευρά της, παραμένει ενεργή στον διεθνή διάλογο και συμμετέχει στη διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των εγκληματικών συμπεριφορών. Στις 13 Σεπτεμβρίου, μαζί με τον Πρόεδρο της FATF, αναδείξαμε το ζήτημα του περιβαλλοντικού εγκλήματος, σε μία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 85ης ΔΕΘ, με τη σύμπραξη της FATF, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και του Υπουργείου Οικονομικών.
Όπως έχει καταστεί σαφές την τελευταία διετία σε όλους τους τόνους και σε κάθε διάσταση, για την Ελλάδα η προστασία του περιβάλλοντος συνιστά κορυφαία προτεραιότητα, στο πλαίσιο της οποίας εντάσσεται και η ανάγκη αντιμετώπισης του περιβαλλοντικού εγκλήματος. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη συνεργασία σε υπερεθνικό επίπεδο, ιδίως μέσω της FATF και της ΕΕ, αλλά και σε εθνικό, μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων, διαμορφώνοντας τις συνθήκες και τα δεδομένα για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.

*Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα», 18.09.2021

Σχολιάστε