Από τον «Ιανό», τον μεσογειακό κυκλώνα που έπληξε σφοδρά την κεντρική Ελλάδα, μέχρι τις μεγάλες πλημμύρες του καλοκαιριού στη Δυτική Ευρώπη και τις καταστροφικές πυρκαγιές στη χώρα μας λίγο αργότερα, η κλιματική κρίση αναδεικνύει την ανάγκη ενός ολιστικού σχεδιασμού και στενής συνεργασίας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελληνική Κυβέρνηση, ακολουθώντας τις οδηγίες του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει εντοπίσει εγκαίρως την αναγκαιότητα προσαρμογής στα νέα δεδομένα και απαντά με ένα εθνικό σχέδιο που εδράζεται σε τρεις δομικούς πυλώνες.
Ο πρώτος πυλώνας αφορά τη διαμόρφωση συνθηκών βιώσιμης, «πράσινης», ανάπτυξης για όλες και όλους. Σε αυτόν εντάσσονται σημαντικές πρωτοβουλίες μέσα από την ευρωπαϊκή και διεθνή συνεργασία, αλλά και μέσα από πρωτοποριακές εθνικές επιλογές, όπως η απολιγνιτοποίηση, το πρόγραμμα GReco Islands και η έκδοση «πράσινου» ομολόγου, καθώς και ο νέος κλιματικός νόμος που προωθείται.
Ο δεύτερος πυλώνας αφορά την πρόληψη, την αντιμετώπιση και την ανθεκτικότητα έναντι των φυσικών καταστροφών, με έμφαση, μεταξύ άλλων, σε έργα αντιπυρικής προστασίας και αντιπλημμυρικής θωράκισης, αλλά και νέες διαδικασίες και εργαλεία πρόληψης και πρόβλεψης. Προς αυτή την κατεύθυνση, κομβικός είναι ο ρόλος που έχει αναλάβει το νέο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Ο τρίτος πυλώνας επικεντρώνεται στην επόμενη ημέρα μετά την εκδήλωση μίας φυσικής καταστροφής, δηλαδή στη στήριξη και την αποκατάσταση μίας πληγείσας περιοχής. Την τελευταία διετία έχει αλλάξει άρδην το σχετικό πλαίσιο. Αρχικά, άλλαξε η φιλοσοφία, καθώς στόχος είναι η στήριξη να φτάσει γρήγορα σε όσους τη δικαιούνται και η αποκατάσταση να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν. Έτσι, διαμορφώθηκε και εμπλουτίζεται το πλαίσιο της Κρατικής Αρωγής, μία μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία που προέκυψε μέσα από την εμπειρία και την τριβή στο πεδίο, με γνώμονα η πολιτεία να είναι κοντά και δίπλα στον πολίτη. Χάρη σε αυτές τις ενέργειες, έχει ήδη επιταχυνθεί η επιχορήγηση των επιχειρήσεων που πλήττονται από μία φυσική καταστροφή, έχει αυξηθεί το ποσοστό αποζημίωσής τους έναντι της εκτιμηθείσας ζημιάς τους, ενώ έχουν ενταχθεί στο δίχτυ προστασίας και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις.
Αποτελεί επιτακτική ανάγκη να αρχίσουμε να συζητάμε την αναθεώρηση του πλαισίου του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε τα κράτη-μέλη να είναι σε θέση να λαμβάνουν ουσιαστική αρωγή μετά από μία μεγάλη φυσική καταστροφή
Το καλοκαίρι του 2021 εισήχθη, μάλιστα, και η διαδικασία της πρώτης αρωγής προς τους πληγέντες μέσα από μια ενιαία ψηφιακή πλατφόρμα (arogi.gov.gr), προβλέποντας τη χορήγηση προκαταβολής έναντι του ποσού που θα προκύψει για κάθε δικαιούχο στεγαστική συνδρομή και επιχορήγησης επιχείρησης, καθώς και την αποζημίωση για οικοσκευή. Ουσιαστικά, αλλάζουμε το θεσμικό πλαίσιο καθώς το υλοποιούμε, διότι οι ανάγκες είναι παρούσες και πιεστικές.
Όλα αυτά αποτελούν παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις για την πρόληψη, αλλά και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων μιας φυσικής καταστροφής σε εθνικό επίπεδο. Το πρόβλημα, όμως, έχει και ευρωπαϊκές, διεθνείς προεκτάσεις. Όπως και με την περίπτωση της πανδημίας του κορωνοϊού, η λύση σε καθολικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να περιορίζεται σε εθνικό επίπεδο.
Αποτελεί, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη να αρχίσουμε να συζητάμε την αναθεώρηση του πλαισίου του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να είναι σε θέση να λαμβάνουν ουσιαστική αρωγή μετά από μία μεγάλη φυσική καταστροφή. Πράγματι, το Ταμείο Αλληλεγγύης δημιουργήθηκε για την αντιμετώπιση μεγάλων φυσικών καταστροφών και την εκδήλωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στις πληγείσες περιοχές της Ευρώπης. Από την ίδρυσή του το 2002, έχει χρησιμοποιηθεί σε 80 περιπτώσεις για την αντιμετώπιση καταστροφών, όπως πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές, σεισμοί, καταιγίδες και ξηρασίες, ενώ από το 2020 -εξαιτίας της πανδημίας- το πεδίο του επεκτάθηκε και στη δημόσια υγεία.
Μέχρι σήμερα, μέσω του Ταμείου έχει παρασχεθεί βοήθεια πάνω από 5 δισ. ευρώ σε 24 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες. Δυστυχώς, αυτό το ύψος δεν επαρκεί. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί ότι για την περίπτωση των καταστροφών της θεομηνίας «Ιανός», που στοίχισε -μέχρι τώρα- κοντά στα 800 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, η στήριξη μέσω του Ταμείου δεν ξεπέρασε τα 22 εκατ. ευρώ.
Ως εκ τούτου, θα πρέπει να συνεργαστούμε με τους εταίρους μας για να αναβαθμίσουμε τον ρόλο του Ταμείου Αλληλεγγύης. Με το φάσμα της κλιματικής κρίσης να πλανάται από πάνω μας, πρέπει να αποδείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να συνεισφέρουμε επαρκώς σε όποιο σημείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργούνται ανάγκες εξαιτίας μιας φυσικής καταστροφής. Και σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει έντονη η ανάγκη για έναν νέο, ενισχυμένο, ρόλο στο Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
*Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση «Οι προσδοκίες και οι προκλήσεις 2022» του «Ελεύθερου Τύπου», 24.12.2021